Λιποθυμία – συγκοπή. Πότε πρέπει να ανησυχούμε;

Συνήθως αυτές οι λέξεις, μόνο με το άκουσμά τους, μας γεμίζουν ανησυχία και προβληματισμούς για το που μπορεί να οφείλονται και το τι περισσότερο μπορεί να προκαλέσουν. Σίγουρα, είναι καταστάσεις που πάντα χρειάζεται να διενεργηθεί επισταμένη ιατρική διερεύνηση. Στις παρακάτω γραμμές θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε με απλό τρόπο αυτά τα προβλήματα.

Τι είναι συγκοπή;

Συγκοπή είναι η απότομη και παροδική απώλεια συνειδήσεως που συνοδεύεται και από απώλεια του μυϊκού τόνου που φυσιολογικά διατηρεί την στάση του σώματος. Η συγκοπή έχει παροδική διάρκεια και το άτομο επανέρχεται εντός λίγων δευτερολέπτων ή λεπτών βρισκόμενο σε μία γενικά καλή κατάσταση. Μερικά άτομα λίγο πριν τη συγκοπή μπορεί να αισθάνονται ζάλη, εφίδρωση, ναυτία, θάμβος οράσεως, αίσθημα παλμών. Άλλες φορές, η συγκοπή συμβαίνει ακαριαία χωρίς προειδοποιητικά συμπτώματα.

Διάκριση των όρων

Η συγκοπή, επομένως, περιγράφει την παροδική απώλεια της συνείδησης και δεν πρέπει να συνδέεται με καταστάσεις όπως με έννοιες όπως η ανακοπή, καρδιακή προσβολή ή καρδιακό arrest (σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως χρειάζεται άμεση ιατρική παρέμβαση για να επανέλθει ο ασθενής: βλ. αιφνίδιος θάνατος). Ο όρος λιποθυμία είναι ένας γενικότερος όρος, ευρύτερος της συγκοπής, καθώς μπορεί να αφορά και σε καταστάσεις όπου δεν έχουμε πλήρη απώλεια συνειδήσεως. Μερικές φορές χρησιμοποιείται και ο όρος προσυγκοπή που περιγραφή την επικείμενη πλήρη απώλεια των αισθήσεων, χωρίς όμως αυτή να επέρχεται σε όλη της την έκταση. Φυσικά υπάρχουν και άλλες καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν απώλεια συνειδήσεως όπως η επιληψία, σοβαρές μεταβολικές διαταραχές, επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, ψυχιατρικές διαταραχές, πτώσεις και κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις κα. Τις περισσότερες φορές η συγκοπή μπορεί εύκολα να διακριθεί από αυτές τις καταστάσεις. Όμως, μερικές φορές, όταν το ιστορικό είναι ελλιπές και δεν υπάρχουν μάρτυρες του συμβάντος μπορεί η διάγνωση να είναι δύσκολη.

Πώς συμβαίνει η συγκοπή;

Η βασική αιτία της συγκοπής είναι η μειωμένη προσφορά αίματος προς τον εγκέφαλο. Τα εγκεφαλικά κύτταρα χρειάζονται συνεχή τροφοδότηση αίματος για τη λήψη της γλυκόζης και των υπολοίπων μεταβολικών συστατικών, καθώς δεν μπορούν να αποθηκεύσουν ενέργεια. Αρκεί απώλεια της προσφοράς έστω και λίγων δευτερολέπτων για να επέλθει συγκοπή. Η συνεχής αυτή παροχή προς τον εγκέφαλο εξασφαλίζεται από διάφορους παράγοντες, όπως η καρδιακή παροχή, η αρτηριακή πίεση και ο όγκος του αίματος που βρίσκεται μέσα στο καρδιαγγειακό μας σύστημα (ενδαγγειακός όγκος). Μερικές φορές η προσφορά αίματος προς τον εγκέφαλο μπορεί να είναι επαρκής αλλά το αίμα να στερείται γλυκόζης ή της σωστής ισορροπίας κάποιων μεταβολικών παραγόντων (ηλεκτρολυτών, οξυγόνου κα.). Σε αυτές, όμως, τις περιπτώσεις η απώλεια συνείδησης δεν έρχεται τόσο απότομα. Επίσης, στο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο η δυσχέρεια στην αιμάτωση του εγκεφάλου δεν είναι συνολική, αλλά αφορά ένα τμήμα του εγκεφάλου και δεν προκαλεί απότομη απώλεια συνειδήσεως, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.

Τύποι και αιτίες της συγκοπής

Η συγκοπή ανάλογα με τον μηχανισμό και τα αίτια που την προκαλούν διακρίνεται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:

Αντανακλαστική ή νευρογενής συγκοπή
Διακρίνεται στην:

  • Βαγοτονική συγκοπή
    Μπορεί να αναφέρεται με διάφορες ονομασίες όπως: κοινή λιποθυμία, αγγλιστί: vasovagal συγκοπή, επιστημονικότερα: αγγείο-παρασυμπαθητικοτονική συγκοπή ή νευροκαρδιογενής συγκοπή.
    Είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος συγκοπής σε νέους, όμως μπορεί να συμβεί σε κάθε ηλικία και γενικώς έχει καλή πρόγνωση. Συνήθως, συμβαίνει σε όρθια θέση και μπορεί να πυροδοτηθεί από συναισθηματική φόρτιση, πόνο, παρατεταμένη ορθοστασία. Μπορεί να προηγηθεί ένα σύμπτωμα ζάλης, αδυναμίας, ναυτίας ή θάμβος οράσεως. Οφείλεται στην πυροδότηση ενός αντανακλαστικού που είτε μεταβάλλει τον τόνο των αγγείων μειώνοντας απότομα την αρτηριακή πίεση (αγγειοκατασταλτικός τύπος), είτε επιβραδύνει απρόσμενα την καρδιακή συχνότητα (καρδιοκατασταλτικός τύπος). Οι δύο αυτές καταστάσεις μπορεί να συμβαίνουν και σε συνδυασμό (μικτός τύπος).
  • Περιστασιακή συγκοπή
    Η περιστασιακή συγκοπή οφείλεται και αυτή στα αντανακλαστικά που δημιουργούν και την βαγοτονική συγκοπή, όμως υπάρχει πάντα μία εκλυτική κατάσταση που την πυροδοτεί όπως: βήχας, φτέρνισμα, έντονο γέλιο, αμέσως μετά το γεύμα, κατάποση τροφής, κοιλιακό άλγος, ούρηση, αφόδευση, μετά από άσκηση, άρση βάρους κα.
  • Συγκοπή του καρωτιδικού κόλπου
    Ο καρωτιδικος κόλπος είναι μία περιοχή στις καρωτίδες (αρτηρίες που αιματώνουν τον εγλκέφαλο), που αποτελείται από νευρικούς σχηματισμούς και ειδικότερα τασεοϋποδοχείς, που η πίεση και ο ερεθισμός τους (πχ. με κινήσεις της κεφαλής) ενεργοποιούν αντανακλαστικά που μπορεί να προκαλέσουν συγκοπή. Διαγνωστικά, εάν ο γιατρός πιέσει στην περιοχή της καρωτίδας, άτομα που είναι ευαίσθητα, μπορεί να παρουσιάσουν παύσεις αρκετών δευτερολέπτων. Η δοκιμασία αυτή χρησιμοποιείται για την ενίσχυση της διάγνωσης αυτού του τύπου της συγκοπής.
  • Άτυπες μορφές
    Περιλαμβάνονται περιπτώσεις με άτυπη εμφάνιση, χωρίς προφανείς εκλυτικούς παράγοντες

Συγκοπή από ορθοστατική υπόταση

Είναι συγκοπή που συμβαίνει εξαιτίας της όρθιας θέσης και της εκσεσημασμένης μείωσης της αρτηριακής πίεσης. Σε αυτήν μπορεί να προδιαθέτουν η αφυδάτωση, ο μειωμένος ενδαγγειακός όγκος, φαρμακευτικοί παράγοντες και διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος

Συγκοπή από καρδιαγγειακά αίτια

Μπορεί να συμβούν εξαιτίας αρρυθμιών η κάποιων δομικών καρδιαγγειακών νόσων.

  • Αρρυθμίες
    Ταχυαρρυθμίες
    Όταν η καρδιά χτυπά υπερβολικά γρήγορα δεν προλαβαίνει να γεμίζει σε κάθε συστολή με αίμα και άρα μειώνεται η ποσότητα του αίματος που εξωθεί. Όταν, λοιπόν, συμβεί μία πχ. κοιλιακή ταχυαρρυθμία (όπως η πολύμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία ή η κοιλιακή μαρμαρυγή) σταμάτα να πηγαίνει επαρκής ποσότητα αίματος στον εγκέφαλο και επέρχεται συγκοπή. (βλ. αρρυθμίες)
    Βραδυαρρυθμίες
    Όταν η καρδιά χτυπά πολύ αργά ή σταματά να χτυπά για κάποια δευτερόλεπτα, όπως πχ. σε κολποκοιλιακό αποκλεισμό (που συμβαίνει απότομα) ή σε σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου, δεν αιματώνεται ο εγκέφαλος και αυτό μπορεί να είναι αιτία συγκοπής. (βλ. αρρυθμίες)
  • Δομικές καρδιαγγειακές νόσοι
    Δομικά προβλήματα στην καρδιά και στα αγγεία μπορεί να δημιουργήσουν μεγάλη υπόταση και μείωση της εγκεφαλικής αιμάτωσης. Προβλήματα στις βαλβίδες της καρδιάς (ιδίως στένωση αορτικής βαλβίδας), προβλήματα στον καρδιακό μυ (μεγάλη διάταση της καρδιάς, καρδιακή ανεπάρκεια ή οξύ έμφραγμα σε συνδυασμό με σοβαρή αρρυθμία), προβλήματα στα αγγεία μεγάλα αγγεία (διαχωριστικό ανεύρυσμα αορτής, πνευμονική εμβολή) μπορεί να προκαλέσουν συγκοπτικά επεισόδια. Η εμφάνιση συγκοπής σε άτομα με δομική καρδιακή νόσο είναι κακός προγνωστικός παράγοντας.

Διαγνωστική διερεύνηση

Σε κάθε περίπτωση συγκοπής θα πρέπει να διεξάγεται ενδελεχής διαγνωστικός έλεγχος για την αποκάλυψη της αιτίας και ειδικότερα κάποιας καρδιακής νόσου που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση. Πρέπει να σημειωθεί ότι αρκετές φορές η συγκοπή μπορεί να είναι και το πρώτο σύμπτωμα μιας νόσου.

Στη διαγνωστική διερεύνηση μπορεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα διαγνωστικά εργαλεία. Μπορεί να διενεργηθούν εξετάσεις αίματος, απεικονιστικές εξετάσεις όπως: ακτινογραφία θώρακος, υπερηχογράφημα καρδιάς, αξονική τομογραφία, μαγνητική τομογραφία κα. Σημαντικό διαγνωστικό εργαλείο είναι το ηλεκτροκαρδιογράφημα και το Ηolter ρυθμού και σε κάποιες περιπτώσεις το εμφυτεύσιμο Ηοlter. Επίσης, η δοκιμασία ανακλήσεως μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη διαγνωστική διερεύνηση της αντανακλαστικής βαγοτονικής συγκοπής. Σπανιότερα χρειάζονται επεμβατικές διαγνωστικές πράξεις όπως στεφανιογραφία και ηλεκτροφυσιολογική μελέτη.

Δοκιμασία ανακλήσεως
Είναι μία αναίμακτη εξέταση που χρησιμοποιείται στη διερεύνηση της αντανακλαστικής συγκοπής και μάλιστα της βαγοτονικής συγκοπής. Κατά τη δοκιμασία αυτή, ο ασθενής ξαπλώνει σε ένα κρεβάτι το οποίο τοποθετείται σε κλίση 70 μοιρών από το έδαφος. Στο σημείο αυτό παρακολουθείται η αρτηριακή πίεση και το ηλεκτροκαρδιογράφημα για περίπου 45 λεπτά. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν διάφορα πρωτόκολλα με ή χωρίς χορήγηση φαρμακευτικών παραγόντων. Ο στόχος είναι η εκδήλωση του αντανακλαστικού της συγκοπής κατά την εξέταση και η καταγραφή του στο ηλεκτροκαρδιογράφημα και στη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης. Η θετική δοκιμασία ανακλήσεως δεν θέτει τη διάγνωση της βαγοτονικής συγκοπής αλλά αποτελεί επιπροσθέτως συνηγοριτικό στοιχείο.

Πότε πρέπει να ανησυχούμε;

Στις διάφορες περιπτώσεις συγκοπής, υπάρχουν συμπτώματα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία πιθανόν προμηνύουν μεγαλύτερο κίνδυνο:

  • Συγκοπή σε έδαφος δομικής καρδιακής νόσου (πχ. καρδιακή ανεπάρκεια, βαλβιδοπάθεια)
  • Συγκοπή κατά τη διάρκεια της άσκησης
  • Πολλαπλά επεισόδια μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα
  • Συγκοπή που συμβαίνει ακαριαία, χωρίς πρόδρομα, προειδοποιητικά συμπτώματα.
  • Συγκοπή που προκαλεί σοβαρό τραυματισμό του ατόμου
  • Μεγάλη ηλικία
  • Όταν της συγκοπής προηγούνται καρδιολογικά συμπτώματα όπως έντονο θωρακικό άλγος, δύσπνοια, αίσθημα παλμών
  • Συγκοπή σε έδαφος ηλεκτρικού καρδιακού νοσήματος (βλ. Ηλεκτρικά Νοσήματα της Καρδιάς)
  • Οικογενειακό ιστορικό ανεξήγητου η αιφνίδιο θανάτου σε μικρή σχετικά ηλικία.

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση του ασθενούς με συγκοπή γίνεται ανάλογα με την αιτία που την προκάλεσε. Για παράδειγμα ασθενείς που υπέστησαν συγκοπή λόγω σοβαρής βραδυαρρυθμίας πρέπει, εάν δεν υπάρχουν αναστρέψιμα αιτία, να βάλουν βηματοδότη. Επίσης, ασθενείς οι οποίοι υπέστησαν συγκοπή λόγω κάποιας κακοήθους κοιλιακής ταχυαρρυθμίας αντιμετωπίζονται συνήθως με εμφύτευση απινιδωτή.

Ειδικότερα στην βαγοτονική συγκοπή, όπου δεν υπάρχουν οργανικά αίτια αλλά το φαινόμενο είναι λειτουργικό, τα μέτρα αντιμετώπισης έχουν περισσότερο να κάνουν με την εκπαίδευση του ασθενούς και με αλλαγές στον τρόπο ζωής. Έτσι, για παράδειγμα, ο ασθενής με υποτροπιάζουσα βαγοτονική συγκοπή πρέπει να ενυδατώνεται καλά, να αποφεύγει την παρατεταμένη ορθοστασία, να κάθεται ή να ξαπλώνει με το παραμικρό πρόδρομο σύμπτωμα. Σε σπανιότερες περιπτώσεις εξαιρετικά επιμονής και υποτροπιάζουσας συγκοπής, μπορεί να απαιτηθεί η εμφύτευση βηματοδότη.

2020-05-26T03:09:18+00:00